Κομμουνιστικός συντηρητισμός ή δημιουργικός μαρξισμός; (Πρώτο Μέρος: Λένιν)

Του Δημήτρη  Μπελαντή

Στην  υπαρκτή κομμουνιστική ή κομμουνιστογενή  Αριστερά όλων των ειδών , στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς, ακριβώς λόγω ενός δεσπόζοντος   στο εσωτερικό της  ιδεολογικού της συντηρητισμού ή κονφορμισμού,   αλλά και ακριβώς λόγω της απροθυμίας της και του φόβου της  να αναμετρηθεί ουσιαστικά  με την Ιστορία της –πράγμα που δείχνει ότι έχει φτάσει πιθανόν  σε ένα αξεπέραστο  πολιτικό και θεωρητικό όριο – επικρατεί μια λενινολατρεία και μια μπολσεβικολατρεία : οι έννοιες του λενινισμού και του μπολσεβικισμού είναι ακλόνητο ιδεολογικό  ταμπού, πολύ περισσότερο από ό,τι μερικές δεκαετίες πριν .   Συνδυασμένες  εναλλακτικά με τον σταλινισμό ή με τον τροτσκισμό, ως διάδοχη μορφή του λενινισμού .

Η άκριτη λενινολατρεία συνδέεται  και με την άκριτη σταλινολατρεία  (πλην των τροτσκιστών, βεβαίως).

Η γενικευμένη στον πολύ περιορισμένο πια σε μέγεθος κομμουνιστικό χώρο σταλινολατρεία και  η χρήση του Στάλιν ως μιας «πατρικής», θρησκευτικής και εκδικητικής   μορφής που προστατεύει τον λαό και  τους εναπομείναντες κομμουνιστές  από την απελπισία ή την κατάθλιψη  και είναι τιμωρός των αστών, των φασιστών, των ρεβιζιονιστών  αριστερών  κλπ,   πέρα από τα γελοιογραφικά στοιχεία που έχει ( τραγικά βέβαια στον πυρήνα τους, ένα είδος απάνθρωπου και μισάνθρωπου  black humour σχετικά με τα γκουλάγκ κλπ ) , αποκαλύπτει και μια σχέση του Πάνσοφου Υιού (Στάλιν)  με τον Πάνσοφο Πατέρα (Λένιν)[1]. Ερευνώντας προσεκτικά  την Ιστορία και βγάζοντας συμπεράσματα από αυτήν, αντιλαμβάνεται κανείς  ότι δεν μπορείς πραγματικά να αποδομήσεις αποτελεσματικά την αγιογραφική σταλινολατρεία  γύρω από τον Πάνσοφο  Υιό  χωρίς να ασκήσεις ριζοσπαστική κριτική, σε μεγάλο βαθμό,  και στις ημέρες,  σκέψεις και έργα του Πάνσοφου Πατέρα.

Δεν μπορείς να προχωρήσεις σε ένα σύγχρονο  κομμουνιστικό και αντικαπιταλιστικό  σχέδιο , αν δεν αποδώσεις τα του Καίσαρος τω Καίσαρι και τα του Θεού των Θεώ.  Διαφορετικά, δεν αξίζει να συνεχίζεις  αυτήν την προσπάθεια, απλώς θα αναπαράγεις  αενάως τα λάθη σου. Τι, όμως, αξίζει να κρατήσουμε  από τον Λένιν  και τους Μπολσεβίκους και τι πρέπει, αμετάκλητα μάλλον, να το πετάξουμε;

Σε αυτό εδώ το κείμενο θα προσπαθήσουμε, σχετικά συνοπτικά, να θέσουμε ορισμένα από αυτά τα ζητήματα, που αφορούν τον μπολσεβικισμό και τον Λένιν, και με τα οποία εκτενώς έχουμε ασχοληθεί αλλού[2]. Στο δεύτερο μέρος, θα ασχοληθούμε με ορισμένα προβλήματα και αντιφάσεις  που υπάρχουν  στο έργο των  «πρώτων» και ιδρυτικών κλασσικών ( Μαρξ και Ένγκελς) .

Αφετηριακή θέση : Δεν πρέπει να εγκαταλείψουμε την ιστορική  αξία    της Ρώσικης Επανάστασης του Φεβρουαρίου και του Οκτωβρίου του 1917 και της μεγάλης πολιτικής και στρατηγικής της προετοιμασίας επί είκοσι χρόνια , της συνάντησης των Μπολσεβίκων  με τον θεσμό των συμβουλίων.. Ήταν μια μεγάλη ιστορική τομή. Ήταν η πρώτη και η «καθαρότερη» σχετικά μορφή  όπου οι εργάτες  και οι αγρότες πήραν επαναστατικά  την εξουσία, δεν ηττήθηκαν από την αντεπανάσταση και την κράτησαν, χωρίς να ανατραπεί από τον εξωτερικό ιμπεριαλιστικό  εχθρό ή την παλιά ιδιοκτήτρια τάξη. . Από αυτό το παράδειγμα θα εμπνέονταν και άλλες επιτυχημένες ή αποτυχημένες  σπουδαίες  επαναστάσεις στην Ευρώπη  (Γερμανία, Ισπανία,  Ελλάδα, Γιουγκοσλαβία) ή στην περιφέρεια του καπιταλισμού.  Οι  νικηφόρες «περιφερειακές» επαναστάσεις   συγκέντρωναν δημοκρατικά αντιιμπεριαλιστικά-αντιφασιστικά-εθνικοαπελευθερωτικά   μαζί με  σοσιαλιστικά χαρακτηριστικά  και δοκίμασαν πετυχημένα ή όχι να αναμετρηθούν με τον   διεθνή και εθνικό καπιταλισμό και με τον ιμπεριαλισμό. Χάρη στον Λένιν (όπως αναγνώρισε και ο Γκράμσι) και στην υιοθέτηση από αυτόν ουσιαστικά της θεωρίας της διαρκούς  επανάστασης (που ανήκε αρχικά  στον Τρότσκυ)  ξεπεράστηκε η αντίληψη ότι η οικονομία έχει την προτεραιότητα πάνω στην πολιτική, ότι έπρεπε πρώτα να αναπτυχθεί περισσότερο καπιταλιστικά η Ρωσία, να μεσολαβήσει το μακρύ αστικοδημοκρατικό στάδιο κλπ . Αυτή η ένσταση ,που έχει και σήμερα κάποιαν  σοβαρή θεωρητική υποστήριξη, θα κατέληγε στο να μην έχει συμβεί καμία επανάσταση πουθενά , αφού στην μεν «καθαρή» μητρόπολη, η εργατική τάξη δεν ήταν ιδιαίτερα επαναστατική, στην δε περιφέρεια τα εργατοαγροτικά,λαϊκά  και αντιιμπεριαλιστικά κινήματα δεν θα είχαν πίσω τους ένα «μεγάλο προηγούμενο»  από το οποίο και να εμπνέονται στους αγώνες τους.    Χάρη στην εξέγερση που σοσιαλδημοκράτες και αναρχικοί  από κοινού ονομάζουν « το πραξικόπημα του Οκτώβρη » ( “The October Coup”)  σταθεροποιήθηκε η εργατική εξουσία και αποφεύχθηκε    μια αντεπαναστατική εξέλιξη γερμανικού τύπου. Επίσης, χάρη στο «Κράτος και Επανάσταση» του Λένιν  αναγεννήθηκε η αντίληψη του Μαρξ στον «Εμφύλιο Πόλεμο στην Γαλλία» -που την είχε απωθήσει η δυτική σοσιαλδημοκρατία και ο Κάουτσκυ- περί «συντριβής» ή ριζικής επαναστατικοποίησης του αστικού κράτους. Καθώς και της σοσιαλιστικής εξουσίας ως στηριγμένης στα συμβούλια και την άμεση δημοκρατία.  Χάρη στον Λένιν και τη Σοβιετική Ένωση δημιουργήθηκε ένα παράδειγμα  και διεθνές σημείο αναφοράς για τις επαναστάσεις και εξεγέρσεις του 20ου αιώνα, που ίσχυσε επί δεκαετίες πολύν  καιρό μετά αφότου η επανάσταση στην Ρωσία είχε ουσιαστικά δύσει .Η επανάσταση που είχε υπάρξει  και-που- πια- δεν- υπήρχε, φενακισμένη   πίσω από το ομοίωμα του Κρεμλίνου και την σαρκοφάγο του Λένιν, φώτιζε και  καθοδηγούσε αυτές που όντως διεξάγονταν.   Όλα αυτά χάρη στον Λένιν.

Από αυτήν την άποψη , δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε ούτε με την άποψη  ότι η εξέγερση του Οκτωβρίου 1917 ήταν ένα ολοκληρωτικό πραξικόπημα των Μπολσεβίκων[3] , όπως δέχονται ορισμένες αστικές, σοσιαλδημοκρατικές ή αναρχικές δυνάμεις, ούτε με την άποψη  ότι η επανάσταση του Οκτωβρίου 1917 ήταν εξαρχής μια καπιταλιστική επανάσταση, όπως  δέχεται ο Σαρλ Μπετελέμ στην Εισαγωγή στον  ΙΙΙ-IV τόμο του εξαιρετικού και αναντικατάστατου έργου του  «Οι Ταξικοί Αγώνες  στην ΕΣΣΔ»[4]. Η τελευταία θέση  εξετάζει αναδρομικά την εκ των υστέρων λειτουργία της ΕΣΣΔ, ως να ήταν προδιαγεγραμμένη.

Επειδή όμως ο Λένιν δεν ήταν «Μούμια» ούτε «Άγιος της Εκκλησίας μας», παρά την όχι τυχαία «ασιατικού τύπου και έμπνευσης»   μουμιοποίησή του από την ηγεσία των Μπολσεβίκων το 1924, πρέπει, με βάση την εμπειρία του κομμουνισμού του 20ου αιώνα να πούμε ένα «ως εδώ».     Ο Λένιν ήταν όλα τα παραπάνω και αξίζει να τον τιμούμε για την πρακτική του  και  να αξιοποιούμε την  σημαντική συμβολή του στην μαρξιστική θεωρία και πράξη. Όμως διατηρούσε, μαζί με τον σύνολο μπολσεβικισμό , μια σκοτεινή πλευρά, έναν σκοτεινό πόλο της αντίφασης, που από ένα σημείο και μετά έγινε δεσπόζων και  καθόρισε την πρακτική του  κομμουνισμού στη Σοβιετική Ένωση : έναν ιδεολογικό  πόλο καποραλιστικό (καταπιεστικό/αυταρχικό  από το κόμμα-κράτος πάνω στους εργάτες και τον λαό )    και γραφειοκρατικό/  κρατικοκαπιταλιστικό.  Υπήρξε, καθαρά , ένα σύστημα σκέψεων στον Λένιν και στον μπολσεβικισμό  που προετοίμασε ή διευκόλυνε  την άνοδο του αντεπαναστατικού σταλινικού κομμουνισμού, με ή χωρίς εισαγωγικά -είναι μάταιο να το αρνούμαστε  ( βλ. και σε Κ. Καστοριάδη « Ο ρόλος της μπολσεβίκικης ιδεολογίας στην γέννηση της γραφειοκρατίας», κείμενο του 1964 που ακόμη υπερασπίζεται την Οκτωβριανή Επανάσταση ) .    Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει  καμία ασυνέχεια και ότι ομαλά μεταβαίνουμε από τον Λένιν στον Στάλιν. Ο Λένιν πιθανότατα δεν θα έκανε ακριβώς αυτά που έκανε η σταλινική ηγεσία στην δεκαετία του 1930-ιδίως στο πεδίο της βίαιης κολλεκτιβοποίησης   των αγροτών, της  μεγάλης καταπίεσης  των βιομηχανικών εργατών   και της έντασης του Τρόμου στα 36-38.  (πράγμα που επισημαίνουν και σοβαροί σύγχρονοι αστοί ιστορικοί, όπως ο Stephen Kotkin) . Όψεις συνέχειας  , όμως, υπάρχουν σαφέστατα, και θα πρέπει να τις μελετήσουμε..

Μόνο άξονες αυτού του συστήματος  λενινιστικών αντιλήψεων και ιδεών  μπορούμε να εξετάσουμε  κριτικά  εδώ, καθώς αναλυτικότερα έχουμε αναφερθεί και  θα αναφερθούμε αλλού. Αντιλήψεων που είτε συνέβαλαν στον αντεπαναστατικό  εκφυλισμό ή, πάντως, συνέβαλαν στην αδυναμία και ανεπάρκεια μιας  τάσης προστασίας και διεύρυνσης των επαναστατικών κατακτήσεων.

1-Η θεωρία του κόμματος. Η πολιτική συνείδηση της εργατικής τάξης, κατά την λενινιστική και μπολσεβίκικη θεώρηση,  κατά βάση δεν προκύπτει από την αυθόρμητη συμμετοχή της στην ταξική πάλη αλλά εισάγεται «από τα έξω» σε αυτήν  από το πάνσοφο  επαναστατικό  κόμμα, όπου κυριαρχούν  ριζοσπάστες αστοί διανοούμενοι, οι οποίοι διαμορφώνουν αυτήν  την συνείδηση ως επαναστατική θεωρία ,προτού την εισάγουν στο κοινωνικό υποκείμενο («Τι να κάνουμε-τα φλέγοντα ζητήματα του κινήματός μας», 1902,άποψη παρμένη από τον  τότε Πάπα του Μαρξισμού Καρλ Κάουτσκυ ) . Το κόμμα περιλαμβάνει το συνειδητό τμήμα της τάξης και την αφρόκρεμά της. Είναι δομημένο ιεραρχικά και αντανακλά τον συγκεντρωτισμό του «μεγάλου καπιταλιστικού εργοστασίου» -επιβάλλεται από τα πάνω (ηγεσία) προς τα κάτω (βάση)   (« Ένα Βήμα Μπρος, Δύο Βήματα Πίσω», 1904). Έχει μια σταθερή βασικά  ηγετική ομάδα  , η οποία αναπαράγεται. Απέναντι σε όλα αυτά, η Ρόζα Λούξεμπουργκ υποστήριζε  ότι η πολιτική συνείδηση της τάξης προκύπτει κυρίως  από την εμπειρία των πολιτικών και κοινωνικών  αγώνων της («Μαζική απεργία, κόμμα, συνδικάτα», 1906). Η πολιτική της οργάνωση αποκρυσταλλώνει  και συγκεντρώνει αυτή την αρχικά αυθόρμητη  εμπειρία και πηγαίνει μαζί με την τάξη, δεν ηγείται, όμως,  ακριβώς αυτής ,και μάλιστα ιεραρχικά . Η τάξη καθορίζει την στρατηγική και το κόμμα την τακτική, και μάλιστα, όπως είχε γράψει παλιότερα ο Μαρξ, το κόμμα (ή τα κόμματα)  των κομμουνιστών δεν  είναι πάνσοφο ούτε διαχωρίζεται με στεγανά από τους υπόλοιπους εργάτες/εργάτριες  αλλά επισημαίνει το γενικό συμφέρον της τάξης απέναντι στα μερικότερα. Μπορεί κανείς, βέβαια, να επικρίνει την Λούξεμπουργκ ως μη αποτελεσματική   ή ως διστακτική επαναστάτρια  κατά την περίοδο Νοεμβρίου  1918-Ιανουαρίου 1919, αλλά και οι πιο λενινιστικές  ή μπολσεβίκικες  αντιλήψεις που επικρατούν στο ΚΚ Γερμανίας από το 1921 -1923 και μετά, πόσο μάλλον η σταλινικής έμπνευσης γραφειοκρατική «μπολσεβικοποίηση» του 1924-1926,     δεν το οδήγησαν, εξ αντιδιαστολής,  σε κάποιαν νίκη.

2-Η εξουσία της εργατικής τάξης, κατά την μπολσεβίκικη θεώρηση,  κατά βάση δεν ανέχεται άλλα σοσιαλιστικά κόμματα πέρα από το ένα και μοναδικό  «πάνσοφο»  επαναστατικό κόμμα. Υπάρχει η άποψη, ιδίως από τον τροτσκιστικό και παλιότερα από τον ευρωκομμουνιστικό  χώρο,  ότι αυτό  προέκυψε αναγκαστικά και  αποκλειστικά από τον Εμφύλιο και τις ευθύνες των άλλων σοσιαλιστικών κομμάτων(που πήγαν με τους Λευκούς ή αντιστάθηκαν πάντως στους Μπολσεβίκους)   και  ότι  το κομματικό μονοπώλιο  δεν ήταν καταστατική  αντίληψη των Μπολσεβίκων. Αυτό, δυστυχώς,  δεν επιβεβαιώνεται ή πάντως δεν επιβεβαιώνεται ως η κύρια όψη από την ιστορική έρευνα, καθώς από την επόμενη ημέρα της επανάστασης υπήρξε σύγκρουση εντός των Μπολσεβίκων για το ζήτημα  της μονοκυβέρνησης ή της  συγκυβέρνησης με άλλα σοσιαλιστικά κόμματα και μόνο οι  («προδότες») Ζηνόβιεφ-Κάμενεφ υπερασπίσθηκαν αυτήν την τελευταία  δυνατότητα, ενώ οι Λένιν και Τρότσκυ ( των οποίων ζητούνταν από τα άλλα κόμματα η μη συμμετοχή στην κυβέρνηση-πράγμα όντως υπερβολικό ) , την πολέμησαν με πάθος   ( βλ., μεταξύ πολλών  σε Leonard Shapiro “The origins of communist autocracy.Political Opposition in the soviet state”, 1955, σελ. 69 και  επ. , R. V.Daniels “The Conscience of the Revolution. Communist Opposition in Soviet Russia”, 1969, σελ. 63 και επ.  κα.)     Επίσης, η έστω και για αναγκαστικούς λόγους μακρά υιοθέτηση του κομματικού μονοπωλίου για μια σειρά λόγους καθιστά τα εργατικά όργανα εξουσίας  (συμβούλια) ατροφικά,   χωρίς ενεργή ζωή και απλά  παραρτήματα  του μοναδικού κόμματος εξουσίας.  Μόνο μια μορφή σοσιαλιστικού πλουραλισμού  και διευρυμένης  εργατικής ελευθερίας πολιτικής  έκφρασης μπορεί να στηρίξει το σύστημα των συμβουλίων. Τα συμβούλια, δηλαδή ο κύριος υποτίθεται πολιτικός  θεσμός μιας χώρας που λεγόταν «σοβιετική» για εβδομήντα τέσσερα  χρόνια,  είναι ζήτημα αν λειτούργησαν  ουσιαστικά παραπάνω από τα πρώτα τρία με τέσσερα  μετεπαναστατικά  χρόνια. Όσον αφορά δε την διάλυση της Συντακτικής τον Φεβρουάριο του 1918 , ναι μεν ισχύει το ότι πλέον οι πολιτικοί συσχετισμοί είχαν τροποποιηθεί από τον χρόνο διεξαγωγής των εκλογών, ένα μήνα πριν,  (όπου οι Δεξιοί Εσέροι πήραν το 40% των ψήφων και οι Μπολσεβίκοι το 25%),  αλλά η Λούξεμπουργκ είχε δίκιο να θεωρήσει αυτήν την διάλυση ως προοίμιο μονοκομματικής εξουσίας των Μπολσεβίκων.

  • Και εδώ ισχύει απόλυτα η θέση της Λούξεμπουργκ και όχι του Λένιν : ακόμη και στην σοσιαλιστική δημοκρατία , ελευθερία είναι κυρίως η ελευθερία όσων σκέφτονται διαφορετικά, στον βαθμό που δεν στρέφονται βίαια κατά της σοσιαλιστικής  δημοκρατίας,  δηλαδή ο σοσιαλιστικός πλουραλισμός. Άποψη που υποστηρίχθηκε και  στην ισπανική κοινωνική  επανάσταση της δεκαετίας του 1930 από το μαρξιστικό [5]κόμμα  POUM ( και τον ηγέτη του Αντρές Νιν που της έδωσε και θεωρητική στήριξη[6])  και από τα αναρχικά ρεύματα και απορρίφθηκε με τραγικά αποτελέσματα.       
  • 3-Το Κόμμα και όχι η εργατική τάξη αποτελεί το  ουσιαστικά όχημα της Ιστορίας και της κοινωνικής εξέλιξης (έννοια που ανάγεται ουσιαστικά στον Έγελο και που με αυτήν την μορφή  διαπερνά τον μπολσεβικισμό και εξαρχής και ακόμη πιο έντονα από το 1921 και μετά).  Όταν ο Λένιν διαπιστώνει    το 1920-21 ότι μεγάλο μέρος της συνειδητής εργατικής τάξης σκοτώθηκε στον Εμφύλιο ή έχει ενταχθεί στην κρατική διοίκηση, καταλήγει στο συμπέρασμα (που η διαδρομή της σκέψης του ή του το έχει σε μεγάλο βαθμό προετοιμάσει)  ότι το κόμμα αναγκαστικά  θα κυβερνά για μεγάλο διάστημα αντί για την   εργατική τάξη και για λογαριασμό της- αυτή είναι η γραμμή του Δέκατου Συνεδρίου του κόμματος τον Μάρτιο 1921.  Ακόμη παραπάνω, θα διαπιστώσει ότι η τάξη σε μεγάλο βαθμό υπάρχει μόνο μέσα από το κόμμα πολιτικά.  Ό ίδιος προσδιορίζει το σύστημα αυτό  ως γραφειοκρατικοποιημένο εργατικό κράτος με αστικά-τσαρικά κατάλοιπα.  Η θέση αυτή του Λένιν για το σχεδόν αναπόφευκτο αυτής της κατάστασης, η οποία το 1920-1921 σταθεροποιείται, σαφώς αντιτίθεται στην θέση του Μαρξ ότι η χειραφέτηση της  εργατικής τάξης αποτελεί έργο της (συνολικής) τάξης και μόνο, ακόμη και αν λάβει κανείς υπόψιν όλες τις εξαιρετικά δύσκολες αντικειμενικές περιστάσεις   .  Επίσης, η θέση αυτή ενισχύει την κρατικοκομματική γραφειοκρατικοποίηση και συγκέντρωση εξουσίας στο γραφειοκρατικό στρώμα   και αναιρεί την ιδέα του «Κράτος και Επανάσταση» περί επαναστατικοποίησης   των κρατικών μηχανισμών με παρέμβαση των ίδιων των μαζών. Είναι αλήθεια ότι ο Λένιν έβλεπε και σημαντικούς κινδύνους από αυτήν την διαδικασία  γραφειοκρατικοποίησης  του εργατικού κράτους στο τέλος της ζωής του, σκέψεις  που αποτυπώνονται στα τελευταία έργα του του 1922-1923  («Για τον συνεταιρισμό» , «Για την εργατοαγροτική επιθεώρηση»-Ράμπκριν, «Κάλλιο λιγότερο και καλύτερα»)       και στην «Πολιτική του Διαθήκη».  Γι αυτό και ζήτησε την απομάκρυνση του Στάλιν τον Ιανουάριο 1923, χωρίς να εισακουσθεί από την ηγεσία του κόμματος, και με την «Διαθήκη» του να αποκρύπτεται από το Συνέδριο του κόμματος.
  • Συνέπεια αυτής της λογικής  είναι το  γεγονός ότι κάθε κίνηση που  ξεπερνά ή αντιτίθεται σε αυτό το όριο (την αποκλειστική  εξουσία του επαναστατικού κόμματος δηλαδή ) κόβεται , απαγορεύεται  ή καταστέλλεται. Πρακτικά, ευνοείται η παθητικοποίηση των μη κομμουνιστών εργατών και η  τυφλή υπακοή των κομματικών .  Οι Αντιπολιτεύσεις στους Μπολσεβίκους διαγράφονται και σταδιακά ποινικοποιούνται ( Εργατική Αντιπολίτευση, Δημοκρατικοί Συγκεντρωτιστές, Ομάδα Εργατών του Μιάσνικοφ  κα ) ήδη όσο ζει ο Λένιν, η Κρονστάνδη τσακίζεται αμείλικτα γιατί αμφισβήτησε όχι τα σοβιέτ αλλά το κομματικό μονοπώλιο σε αυτά, οι απεργίες του 1920-21 στις μεγάλες πόλεις  καταστέλλονται , η αγροτική εξέγερση στο Ταμπόφ το 1920-21 που ξεκινά από την διαμαρτυρία των αγροτών κατά της δήμευσης σιτηρών  (πάντα οι αγρότες που εξεγείρονται χαρακτηρίζονται «κουλάκοι»)  καταστέλλεται επίσης αμείλικτα από τον Κόκκινο Στρατό  (ακόμη και με χημικά αέρια).   Τα συνδικάτα υποτάσσονται  πλήρως στο κόμμα των Μπολσεβίκων και αρχίζουν να κρατικοποιούνται (ήδη επί Λένιν), ενώ ο Τρότσκυ ειδικά ζητά την στρατιωτική τους υπακοή και  οργάνωση, κατά το παράδειγμα της Τσεκτράν που εφάρμοσε στους σιδηρόδρομους, και προκάλεσε την οργισμένη διαμαρτυρία όλου του Πολιτικού Γραφείου στα τέλη του 1920. Επίσης, όσον αφορά την   Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Γεωργίας, όπου κυβερνούσαν οι Μενσεβίκοι , με  τεράστια  λαϊκή συναίνεση (στις τελευταίες  ελεύθερες εκλογές  000 ψήφοι υπέρ των Μενσεβίκων και 40.000 υπέρ των Μπολσεβίκων), η χώρα καταλήφθηκε το 1921 από   τον Κόκκινο Στρατό  υπό την ηγεσία του Στάλιν ,και ενσωματώθηκε στην τότε ακόμη Σοβιετική Ρωσική Ομοσπονδία , με τρόπο που δεν είχε καμία απολύτως σχέση με  μαζική και από τα κάτω επαναστατική διαδικασία.  Aυτό δεν ήταν επιλογή του Στάλιν αλλά όλης της μπολσεβίκικης ηγεσίας (όπως άλλωστε και η Κρονστάνδη ή το Ταμπόφ ή η καταδίωξη του «συμμάχου»  Μαχνό  στην Ουκρανία) . Και μάλιστα συνέβη  όχι ως περιστατικό του Εμφυλίου Πολέμου, αφού ο Εμφύλιος είχε λήξει το φθινόπωρο του 1920 με την εκκένωση της Κριμαίας από τα στρατεύματα του  στρατηγού Βράνγκελ.
  • Επίσης, συνέπεια αυτής της λογικής είναι η διαιώνιση πρακτικών «κράτους έκτακτης ανάγκης» γύρω κυρίως από την Τσεκά/NKVD  (πολιτική αστυνομία) και η επέκταση των κατασταλτικών της εξουσιών όχι μόνο στους «Λευκούς» και τους αντιδραστικούς-αντεπαναστάτες αλλά και στα άλλα σοσιαλιστικά κόμματα  (Εσέροι, Μενσεβίκοι),όπως βέβαια και στους  αναρχικούς-που από το 1921 βασικά είναι παράνομοι.  Συνέπεια αυτού του μοντέλου « μόνιμης έκτακτης ανάγκης» είναι και η δημιουργία στρατοπέδων συγκέντρωσης ήδη από το 1920-21 , δηλαδή επί Λένιν,  (νησιά Σολέβσκι, αλλά και  άλλα στρατόπεδα στην Λευκή Θάλασσα-βλ. σε D.DallinB.NikolayevskyForced Labor in Soviet Russia, Yale University Press, 1947 κπα ), τα οποία  «φιλοξενούν» όχι μόνο αντιδραστικούς αλλά και μενσεβίκους, εσέρους, αναρχικούς, κρονστανδιανούς,  σταδιακά διαφωνούντες Μπολσεβίκους  της Εργατικής  Αντιπολίτευσης, αρκετά αργότερα (επί Στάλιν)  τροτσκιστές κλπ.      

4-Ο θαυμασμός για την κοινωνικοποίηση των εργατών μέσα στην μεγάλη καπιταλιστική παραγωγή ( οργάνωση, εκπαίδευση, αλληλεγγύη κλπ),που ενυπάρχει ήδη και στον Μαρξ, δεν ταυτίζεται αναγκαστικά με τον δεσποτισμό του εργοστασίου ,που αποτελεί την κοινωνική σχέση εξουσίας του κεφαλαίου που προσδιορίζει ταξικά και καθορίζει  την καπιταλιστική μορφή κοινωνικοποίησης. Ο καπιταλισμός εκπαιδεύει  τους εργάτες να δουλεύουν συνεργατικά αλλά με έναν πολύ προσδιορισμένο ταξικά και ιεραρχικό τρόπο- η εκμάθηση συνυπάρχει αντιφατικά με την αλλοτρίωση και την καθυπόταξη. . Στον Μαρξ υπάρχουν μεν θεωρητικές ταλαντεύσεις, αλλά και σαφής καταδίκη του εργοστασιακού δεσποτισμού, και στο «Κεφάλαιο»  (στον Πρώτο και εν μέρει στον Τρίτο Τόμο)  αλλά και στα “Grundrisse” .  Στον Λένιν σταδιακά αυτά τα δύο στοιχεία χάνουν την διαφοροποίησή τους,   συμπίπτουν και ταυτίζονται . Ήδη, στα κείμενά του για τον ιμπεριαλισμό  ( «Ο ιμπεριαλισμός ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», «Τετράδια για τον ιμπεριαλισμό 1915-1916») εκφράζει την άποψη ότι η εκτεταμένη μονοπωλιακή συγκέντρωση και συγκεντροποίηση της παραγωγής προετοιμάζει  την σοσιαλιστική κοινωνικοποίηση. Επίσης,  στα κείμενά του  βασικά υπέρ του  ταιυλορισμού   (1914, 1915-1916, 1918- το 1913 είχε ακόμη αρνητική άποψη –βλ. σε Ρ.Λινάρ «Ο Λένιν, οι αγρότες ο Ταίυλορ», εκδόσεις Εκτός Γραμμής   ) καταλήγει στο ότι η τεχνική αποτελεσματικότητα ενός συστήματος, όπως αυτό του Τάιυλορ,  που δημιουργεί  όχι μόνο μεγαλύτερη   κοινωνικοποίηση και συνεργατισμό  στην  παραγωγή αλλά πρακτικά  όλο και μεγαλύτερη   εξουσία του κεφαλαίου και των οργάνων του στην εργασιακή διαδικασία και την οργάνωσή της το καθιστά αξιοποιήσιμο από τον σοσιαλισμό και μάλιστα τεχνικά  αξιοθαύμαστο, όχημα μιας σοσιαλιστικής ορθολογικότητας.  Αυτό που πριν ήταν ένα σύστημα ξεζουμίσματος του εργάτη, θα γίνει όχημα εξορθολογισμού της σοσιαλιστικής παραγωγής.    Η αντίληψη αυτή του Λένιν θα ολοκληρωθεί  στα βασικά του έργα  της άνοιξης του 1918 «Τα άμεσα καθήκοντα  της σοβιετικής εξουσίας» και «Για τα υπεραριστερά παιδιαρίσματα και τον μικροαστισμό»  , όπου α) αποκρούει την αυτοδιεύθυνση και αυτοδιαχείριση των εργοστασίων από τους εργάτες τους όχι μόνο ως τεχνικά αναποτελεσματική  αλλά και ως  παρεκκλίνοντα «αναρχοσυνδικαλισμό» β) αυτό σημαίνει ότι ο «μαρξισμός» είναι με την μονοπρόσωπη διεύθυνση   και την συνεργασία κομισάριων και αστών ειδικών ή μάνατζερ για την συγκεντρωτική διεύθυνση της παραγωγής και όχι με την αυτοδιαχείριση- έτσι ανακόπτεται  από την κυβέρνηση του Λένιν   το σημαντικό  ρωσικό κίνημα   αυτοδιαχείρισης των εργοστασιακών επιτροπών, που το στηρίζει και μια τάση των Μπολσεβίκων, οι «Αριστεροί Κομμουνιστές» των Μπουχάριν-Ράντεκ-Οσσίνσκυ κ.α (περιοδικό Kommunist)     γ) προτείνεται ως θετικό  παράδειγμα ο γερμανικός κρατικός καπιταλισμός, δηλαδή το πολύ συγκεντρωτικό  κρατικομονοπωλιακό μάνατζμεντ της γερμανικής πολεμικής οικονομίας κατά τον  Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο (όπως γράφει  χαρακτηριστικά ο Λένιν, συγκέντρωση  της διεύθυνσης τεράστιων μέσων παραγωγής και μονάδων σε πολύ λίγα χέρια)  . Ο σοσιαλισμός του πρώτου σταδίου θα ήταν ο δίδυμος αδελφός του, κατά τον Λένιν το 1918 («σαν δύο κλωσόπουλα που βγαίνουν από το ίδιο αυγό»). . Η εργατική δημιουργικότητα και πρωτοβουλία στην οργάνωση της εργασίας και της παραγωγής ούτε που συζητιούνται καν  Το διάταγμα για τον Εργατικό Έλεγχο του 11.1917 σύντομα ξεχνιέται. Όταν η Εργατική Αντιπολίτευση το 1920-21 κάπως πιο μετριοπαθώς   ξαναθέτει το θέμα (όχι στην μονοπρόσωπη διεύθυνση και στην απόλυτη εξουσία διευθυντών και αστών ειδικών) ,πάλι καταδικάζεται  και σταδιακά εκτοπίζεται από το κόμμα (ήδη επί Λένιν).

  • Πρακτικά, η αποδοχή και συστηματική προώθηση του ιεραρχικού κοινωνικού καταμερισμού εργασίας, η αναπαραγωγή της σχέσης διανοουμένων /χειρωνακτών και   διευθυντών/ εκτελεστών,  στην παραγωγή, αν και έχει καταδικασθεί για το κράτος και την πολιτική στο «Κράτος και Επανάσταση»,  αποτελεί  βασικά αντικείμενο μη αμφισβητήσιμο και στην παραγωγή και στο κράτος , όσο ακόμη είναι στην εξουσία ο Λένιν. Μετά τον θάνατό του, οι όποιες ενεργές  αντιφάσεις υπάρχουν στην σκέψη και πρακτική του λενινιστικού κόμματος και στην παρέμβασή του στην ταξική πάλη και οι όποιες λογικές κοινωνικού  μετασχηματισμού  επιχειρείται να προχωρήσουν στις αρχές της δεκαετίας του 1920 αίρονται  υπέρ  ξεκάθαρα ιεραρχικών και γραφειοκρατικών επιλογών σε βάρος των εργατών και του λαού , πρακτικά καπιταλιστικών επιλογών.  Έτσι, πρακτικές που δεν συμβάλλουν στον  μετασχηματισμό των κυρίαρχων κοινωνικών σχέσεων ,που στην αρχή της μετάβασης είναι ούτως ή άλλως  σαφώς  καπιταλιστικές, αποτελούν την βάση επόμενων πρακτικών (αυτών του σταλινικού καθεστώτος ,ιδίως από τα τέλη της δεκαετίας του 1920) που σταθεροποιούν  και παγιώνουν μια ιδιόμορφη κοινωνική σχέση καπιταλισμού χωρίς νομική ατομική ιδιοκτησία, που μπορεί να ονομασθεί σχηματικά κρατικός ή  γραφειοκρατικός καπιταλισμός. Ο «κομμουνισμός» γίνεται όχημα στη Σοβιετική Ένωση αλλά και μαζική ιδεολογία της κύριας διαδικασίας πρωταρχικής συσσώρευσης κεφαλαίου ( η τσαρική ήταν μια ανεπαρκής πρωταρχική συσσώρευση).  Πράγμα που συνιστά τραγικά  αυτό που ο Έγελος ορίζει ως «Πανουργία του Λόγου».
  • Αξίζει να σημειωθεί ότι στα προηγούμενα ζητήματα (κομματικό μονοπώλιο, απουσία γενικής εργατικής δημοκρατίας στη Σοβιετική Ένωση , συγκεντρωτικό κράτος όπου το κόμμα αποφασίζει για όλα, ιεραρχική  και μονοπρόσωπη ως προς την διεύθυνση  οργάνωση  βιομηχανικής παραγωγής, σύστημα Ταίυλορ και μισθός με το κομμάτι, δευτερεύων ρόλος συνδικάτων κλπ)  όχι μόνο ο Στάλιν ενισχύει και ολοκληρώνει αρνητικές για τον μετασχηματισμό αντιλήψεις που  ενυπήρχαν στον Λένιν, αλλά το τρίτο πρόσωπο της επαναστατικής ηγεσίας , ο Τρότσκυ, παρά το ότι σωστά διαμαρτύρεται για την κατάργηση της δημοκρατίας μέσα στο κόμμα και για την υποβάθμιση της διεθνούς επανάστασης, καθόλου δεν διαφοροποιείται ιδεολογικά  από τους Λένιν και Στάλιν για όλα τα υπόλοιπα. Στην πρώτη δε φάση (1920-1922) τα υποστηρίζει όλα αυτά πολύ δογματικότερα από τους Λένιν και Στάλιν (άποψη στρατιωτικοποίησης  των συνδικάτων,  καταναγκαστικής εργασίας, το 1923 πρωτοστατεί στο αίτημα για κολλεκτιβοποίηση των αγροτών  κλπ) .      
  • Αξίζει εδώ να   επαναληφθεί αυτό που ορθά ανέδειξαν τα νεομαρξιστικά ρεύματα της δεκαετίας του 1960 αλλά που πολύ πριν από αυτά  και ίσως πιο τολμηρά το είχαν διατυπώσει και άλλοι διανοητές που προέρχονταν ή για ένα διάστημα εμπνέονταν από  τον μαρξισμό και τον κομμουνισμό ή παρέμειναν αιρετικοί μαρξιστές   (Κ. Καστοριάδης, Κ.Παπαιωάννου, Καρλ Κορς, Άντε Σίλιγκα, Μπορίς Σουβαρίν,  Raya  Dunayevskaya- CLR James   κα.) ότι οι πρακτικές αυτές του Λένιν και των Μπολσεβίκων, ακόμη και στην περίοδο του Λένιν, επηρεάζονταν και συχνά καθορίζονταν από την ιδεολογία του παραγωγισμού-οικονομισμού-τεχνικισμού, από την «προτεραιότητα της τεχνικής» ( Σ. Μπετελέμ) και από την μεγάλη μηχανική παραγωγή ως βασικό μοχλό του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού (αντιλήψεις, που στο δεύτερο μέρος του σημειώματος αυτού θα δείξουμε ότι είναι σαφώς υπαρκτές ως έναν βαθμό  και στους κλασσικούς, δηλ. τους Μαρξ-Ένγκελς)  . Αυτή η ιδεολογία, έχοντας επικρατήσει  σαφώς στην Β’ Διεθνή , γύρισε για να επικρατήσει  και στην Γ’ Διεθνή (Λ. Αλτουσέρ «Απάντηση στον Τζων Λιούις)).  Όπως θα εξελισσόταν σε ολοκληρωμένη μορφή  αυτή η ιδεολογία  και πρακτική επί Στάλιν, θα συνεπαγόταν α) επικράτηση της βιομηχανίας πάνω στην γεωργία, και μάλιστα με φρενήρεις απάνθρωπους  ρυθμούς , στην βάση απόσπασης  μεγάλου πλεονάσματος και εφεδρικού στρατού  από  τους εκμεταλλευόμενους αγρότες  των «κρατικών αγροκτημάτων» β) πλήρη δεσποτισμό του κεφαλαίου στην βιομηχανική  παραγωγή  χωρίς καθόλου εργασιακά και οργανωτικά  δικαιώματα των εργατών (1930-1941)   γ) υπερίσχυση βαριάς βιομηχανίας πάνω στην ελαφριά και  της συσσώρευσης  στις καταναλωτικές ανάγκες  δ) βίαιη κολλεκτιβοποίηση ε) πλήρη στρατιωτικοποίηση της οικονομίας και διαμόρφωσή της   σε πολεμική στ) ύπαρξη ενός τομέα της οικονομίας των κρατουμένων εργατών (στρατόπεδα εργασίας) ,  που θα είχε σαφώς προκαπιταλιστικά ταξικά χαρακτηριστικά, αρκετά όμοια με την δουλοκτητική κοινωνία. . Βέβαια, αυτή η στιβαρή  πολεμική οικονομία νίκησε τον ναζισμό-κλασσικό και στερεότυπο  επιχείρημα. Όμως, η Ιστορία δεν γράφεται έτσι. Αν η Οκτωβριανή Επανάσταση μπορούσε να ακολουθήσει ένα άλλο δρόμο, γνήσια επαναστατικό,  και να μην εκφυλισθεί τραγικά, μπορεί και ο φασισμός αλλά  και ο Β’ΠΠ να αποφεύγονταν. Μπορεί να μην ήταν ο φασισμός  ανακλαστικό προϊόν του σταλινισμού, όπως λέει ο Έρνστ  Νόλτε και οι «αναθεωρητές» ιστορικοί, αλλά είναι γεγονός ότι η εντατική κολλεκτιβοποίηση-εκβιομηχάνιση και τα θύματά της (κυρίως μέλη των λαϊκών τάξεων)  , όπως και ο Τρόμος του 1936-1938  δημιούργησαν  μιαν αποστροφή προς την  σοβιετική εμπειρία σε ευρύτερα αγροτικά και μικροαστικά στρώματα στην καπιταλιστική Δύση, και βεβαίως και στην Γερμανία. Ακόμη και σε καθαρά εργατικά.
  • Αξίζει, ακόμη, να προστεθεί ότι η αμφισβήτηση του παραγωγισμού και του τεχνικισμού στην εποχή μας που είναι εποχή μεγάλων  επιστημονικών και τεχνολογικών επιτευγμάτων, με θετικές αλλά και με πολύ αρνητικές διαστάσεις και κινδύνους,  (γενετική, βιοτεχνολογία,  πληροφορική , αυτοματισμός, τεχνητή νοημοσύνη κλπ)  έχει ακόμη μεγαλύτερη αξία  και ενδιαφέρον από ό,τι στην εποχή του Μαρξ και του Λένιν. Αυτό ισχύει:  Α) από την σκοπιά ότι αυτές οι «επιτεύξεις» διαμορφώνουν ένα απολύτως καινούριο   πολιτισμικό και κοινωνικό περιβάλλον Β) από την σκοπιά ότι δεν είμαστε άκριτα με την ανάπτυξη της τεχνολογίας , αλλά εξετάζουμε ως κίνημα όχι μόνο το  εργαλειακό  και ανεπαρκές ερώτημα  «ποιός χρησιμοποιεί την τεχνολογία»  αλλά και το ποιες σχέσεις κυριαρχίας ή και δυνατότητες αντίστροφα επηρεάζουν, σημαδεύουν  και καθορίζουν κάθε  τεχνολογική εφαρμογή, η οποία τις συμπυκνώνει. Η λογική της λατρείας της τεχνολογίας  και της επιστημονοτεχνικής επανάστασης έχει διαπεράσει την μαρξιστική Αριστερά από την εποχή της πρώτης θριαμβικής αντιμετώπισης του αυτοματισμού ( Ράντοβαν Ρίχτα «Ο πολιτισμός στο σταυροδρόμι», δεκαετία του 1960) ως πιο πρόσφατες απόψεις που θεωρούν ότι η 4η τεχνολογική επανάσταση αποτελεί βασικό έρεισμα για την επανάκαμψη του κομμουνισμού( λ.χ. Σχολή Βαζιούλιν).
  • Ένα από τα βασικά θετικά πράγματα που αξίζει να θυμόμαστε τον Λένιν ήταν η σύσταση της εργατοαγροτικής συμμαχίας το 1917 και η   ίδρυση και συνέχιση  της ΝΕΠ, ιδίως όσον αφορά τα μικρά και μεσαία αγροτικά στρώματα, που ήταν πάνω από 90 %  της αγροτικής οικονομίας/νοικοκυριών  και συνιστούσε όρο για την  εργατοαγροτική συμμαχία ( στον βιομηχανικό τομέα, η ΝΕΠ  αφορούσε μόνο σχεδόν ασήμαντες βιοτεχνίες μικρομεσαίας κλίμακας). Για τον Λένιν, η ΝΕΠ , αν και αρχικά νοήθηκε ως «υποχώρηση», συνιστούσε μια μακροχρόνια πολιτική γραμμή, που στήριζε τον σοσιαλιστικό χαρακτήρα της ΕΣΣΔ και την ιδέα του εθελοντικού αγροτικού συνεταιρισμού , ιδέα που έχει την καταγωγή της εντός του μαρξισμού σε κείμενα του ύστερου Ένγκελς της δεκαετίας του 1890. Η δε σχετική  αποτυχία της μετά το 1928 δεν οφειλόταν στους «κουλάκους» (που στην πραγματική τους διάσταση  ήταν πολύ μικρής σημασίας και μεγέθους, περί το 3% των αγροτικών νοικοκυριών και περί το 10% της καλλιεργήσιμης γης ) αλλά στην αποτυχία της πολιτικής του σοβιετικού κράτους να τροφοδοτήσει με βιομηχανικά αγαθά  το χωριό και να στερεώσει την συμμαχία του κράτους  με την μικρή και μεσαία αγροτιά.   Ο  Σαρλ Μπετελέμ έχει δείξει στο περίφημο   τρίτομο έργο του «Οι ταξικοί αγώνες στην ΕΣΣΔ» ότι αυτή η γραμμή ήταν όντως η γραμμή του  Λένιν, που υποστήριζε ότι η ΝΕΠ  θα κρατούσε πιθανότατα δεκαετίες και ότι οι αγρότες εθελοντικά θα έμπαιναν  σε μορφές συνεταιρισμού ( μιλούσε για διάστημα δεκαετιών πιθανότατα ή και μιας γενιάς  ) .Και  αυτό παρά την λανθασμένη  θέση του Λένιν  στα 1919-1920 ότι ο μικρός αγρότης αποτελεί την βασική εστία αναπαραγωγής του καπιταλισμού.  Η σταλινική ηγεσία πλήρως αναίρεσε την θετική  γραμμή του Λένιν για το αγροτικό ζήτημα, η οποία πιθανά εκπορευόταν και από την ύπαρξη μιας κοινοτιστικής ρωσικής αγροτικής παράδοσης, στηριγμένης στο Μιr   (κοινή αγροτική γη και κοινή της καλλιέργεια).   Ο μόνος από τον μπολσεβικισμό, που παρά ορισμένες υπερβολές και λάθη, υπεράσπισε την γραμμή της εργατοαγροτικής συμμαχίας ,ήταν ο Νικολάι  Μπουχάριν και  η τάση του (η μόνη τότε σχετικά «Αριστερή» τάση στους Μπολσεβίκους ,που με βάση το οργουελιανό Newspeak ονομάσθηκε «Δεξιά Τάση»).  . Στην πράξη, ήταν και η μόνη Αντιπολίτευση στο Μπολσεβίκικο Κόμμα που είχε μεγάλο κοινωνικό έρεισμα (ιδίως στους μεσαίους αγρότες) και που φόβισε ή κλόνισε  για ένα διάστημα την σταλινική ηγετική ομάδα. Παρ’όλα αυτά, ο σημερινός σεχταρισμός, παραθρησκευτική ιδεολογία και μεταφυσική συγκρότηση της πίστης σε μια θεολογική «εργατική τάξη», που δεν έχει καμία σχέση με την πραγματική, ο μεταφυσικός εργατισμός οδηγεί σε μια σαφή υπεράσπιση αυτής της καταστροφικής σταλινικής πολιτικής που παραβίασε μια  σαφώς θετική όψη του λενινισμού και που ολοκλήρωσε την γραφειοκρατική   αντεπανάσταση στην ΕΣΣΔ.  Ακόμη και στην μη τυπικά σταλινική εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, ακόμη και στον τροτσκισμό, κανείς δεν βγαίνει σήμερα να  καταδικάσει την κολλεκτιβοποίηση (και ως ουσία και ως μέθοδο) και να υπερασπισθεί τον Μπουχάριν,  αλλά  όλοι κάνουν πλάτες στην  κοινωνική και φυσική εξολόθρευση των αγροτών στην ΕΣΣΔ  , αφού  οι αγρότες.. …δεν είναι το Υποκείμενο της Ιστορίας ( η μαζική  κολλεκτιβοποίηση ήταν  γραμμή του Τρότσκυ, προτού γίνει γραμμή του Στάλιν, έστω και με πιο ήπια μέσα) . Ιδίως, αξίζει να θυμηθούμε ότι κατά την κολλεκτιβοποίηση , οι τροτσκιστές ήταν πιο κοντά στην γραμμή του Στάλιν παρά του Μπουχάριν,,και αυτό παρά το γεγονός ότι ήδη καταδιώκονταν από το καθεστώς ( βλ. και βιογραφία του Τρότσκυ από τον Τ. Κλιφφ, που ανήκει στο ευρύτερο τροτσκιστικό ρεύμα).    Ακόμη και κατάλοιπα ρευμάτων που ήταν σαφώς φιλοαγροτικά, όπως ο μαοϊσμός , αποφεύγουν να πλήξουν την  μνήμη του «ηρωϊκού Στάλιν» στο ζήτημα αυτό (προφανώς , η καταχρηστική  ιδεολογική αξιοποίηση του προηγουμένου της ΝΕΠ αλλά και του Μπουχάριν από το πείραμα Γκορμπατσόφ στην δεκαετία του 1980 δεν σημαίνει τίποτε απολύτως για την δεκαετία του 1930, αφού αφορά αναδρομική δικαιολόγηση  άλλων πολιτικών σκοπιμοτήτων). Άλλωστε, η ΝΕΠ ήταν δημιούργημα του ίδιου του Λένιν, το οποίο κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1920 και ως το 1929  υπεράσπιζε, πλην του Τρότσκυ και από ένα σημείο και μετά του Ζηνόβιεφ,  όλη η σοβιετική ηγεσία  .
  • Η άρνηση του αντιαγροτικού (και αντιλενινιστικού εν προκειμένω ) τότε  προγράμματος των Τρότσκυ και Στάλιν θα σήμαινε ότι ένα σύγχρονο  επαναστατικό σχέδιο ,όσο και αν αυτό στα πλαίσια της  «μεταφυσικής κομμουνιστικότητας»  θα ακουγόταν από αστείο ως ιδεολογικά  ύποπτο, όπως ακριβώς οφείλει να απαντά εκτός από το εργατικό κοινωνικό ζήτημα και  σε άλλες  σύγχρονες κοινωνικές  ανάγκες ( πχ αντιρατσισμός, ισότητα των φύλων και των σεξουαλικών προσανατολισμών ,περιβαλλοντικό κίνημα, πάλη για την ειρήνη)  έτσι ακριβώς οφείλει να είναι σχέδιο όχι μόνο των εργατών/εργατριών αλλά και των μη εργατικών λαϊκών τάξεων και στρωμάτων, των ανέργων, των μικροαστών και μικροιδιοκτητών που αποσαθρώνονται από την κρίση,των μικρομεσαίων ελεύθερων επαγγελματιών,  της διανόησης με τις εσωτερικές της σύγχρονες διαφοροποιήσεις, των όποιων αγροτικών μικροιδιοκτητικών στρωμάτων απέμειναν  κλπ Θα πρέπει, ξεκινώντας από την ας πούμε καταστατική προτεραιότητα των  εργατικών συμφερόντων με την ευρεία έννοια, να συγκροτεί ένα συμβόλαιο και μια διαρκή συμμαχία μεταξύ των εργατικών και των μικροϊδιοκτητικών τάξεων ή στρωμάτων (ιδίως σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, που έχει ιστορικά διάχυση της μικροϊδιοκτησίας) .   Το αναγκαίο άνοιγμα σε αυτά τα στρώματα και τάξεις θα προϋπέθετε και ένα σχέδιο για τον εθελοντικό  συνεταιρισμό και την αναδιοργάνωση της απλής εμπορευματικής παραγωγής και    σήμερα και σε μια ανατρεπτική μακροχρόνια προοπτική.     

Επίσης, ένα μεγάλο ζήτημα που ο αρχικός μπολσεβικισμός  δεν το απάντησε αρνητικά αλλά με έναν σχετικά αντιφατικό και αμήχανο τρόπο[7] ήταν και είναι το εθνικό ζήτημα, η σχέση  μεταξύ εθνικού και κοινωνικού επιπέδου. . Αυτό το ζήτημα  σήμερα έχει  μεγάλη πολιτική αξία, δεδομένου ότι ο ελληνικός κοινωνικός σχηματισμός αντιμετωπίζει σοβαρές όψεις του εθνικού ζητήματος, που δεν μπορούν να καλυφθούν πίσω από έναν γενικόλογο και αφηρημένο διεθνισμό (πχ σοβαρή  απειλή τουρκικού επεκτατισμού  κατά της ελληνικής κρατικής κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας) . Επισημαίνουμε εδώ ότι ναι μεν ο Λένιν στα πλαίσια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου σωστά έθεσε το ζήτημα της μετατροπής του ιμπεριαλιστικού  πολέμου σε εμφύλιο, πλην όμως η σκέψη του Λένιν ήταν αρκετά σύνθετη στο ζήτημα αυτό και διόλου μονοδιάστατη όπως των σημερινών «υπερδιεθνιστών» που αγνοούν πλήρως  και εμπρόθετα λόγω δογματισμού  όψεις ενεργές του εθνικού ζητήματος. Συγκεκριμένα:

-Ο Λένιν δέχεται σαφώς το δικαίωμα ενός έθνους στην αυτοδιάθεση/αυτοπροσδιορισμό  και στην ανεξάρτητη κρατική υπόσταση.  Ακόμη και στην διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου (Ιμπεριαλιστικού)  Πολέμου δεχόταν ότι η Ιρλανδική Επανάσταση κατά της βρετανικής αποικιοκρατίας  ήταν  θεμιτή  και δίκαιη όπως επίσης και ο πόλεμος της μικρής Σερβίας κατά της ισχυρής Αυστροουγγαρίας ήταν αμυντικός και  δίκαιος. Δεν θεωρούσε ότι όλοι οι εθνικοί πόλεμοι ήταν άμεσα ή αποκλειστικά πόλεμοι για τα συμφέροντα μιας αστικής τάξης από πίσω, καθώς η εθνική ιδεολογία, πέρα από  τη υλική της διάσταση, έχει μια σχετική αυτονομία απέναντι στο συμφέρον  της κυρίαρχης κοινωνικής δύναμης μέσα στην εθνότητα ή έθνος και συνδέεται με σοβαρά ιστορικά και πολιτιστικά ζητήματα που δεν ανάγονται άμεσα ή απόλυτα στον οικονομικό ανταγωνισμό.. Ούτε θεωρούσε ακριβώς ότι η εθνική ταυτότητα είναι μια «κατασκευή» κάποιας ελίτ. Στο κείμενό του για την «Εθνική Υπερηφάνεια των Μεγαλορώσων»   (1915, τόμος 26 Απάντων, σελ. 104-108) υποστηρίζει καθαρά ότι οι Μπολσεβίκοι είναι πολύ γνησιότερα πατριώτες από  τα αστικά και ιμπεριαλιστικά κόμματα και δυνάμεις-και όλα αυτά μέσα στο πέλαγος του εθνικισμού/σωβινισμού που πυροδότησε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Ανάλογα υποστηρίζει και ο … υπερδιεθνιστής Τρότσκυ στο έργο του «Λογοτεχνία και Επανάσταση»  ( Αθήνα 1971  , Νέοι Στόχοι , σελ. 80-81).           

 

 

Πολιτικό συμπέρασμα : ένα σύγχρονο κομμουνιστικό και αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα  ή σχέδιο :

– παρά το ότι κρατά ορισμένες θετικές ή και πρωτοπόρες όψεις της λενινιστικής συμβολής στον μαρξισμό , τις οποίες περιγράψαμε (άμεση δημοκρατία, πλήρης επαναστατικοποίηση των κρατικών μηχανισμών, υπέρβαση θεωρίας σταδίων και  προτεραιότητα πολιτικής  ταξικής πάλης, το πρόβλημα της πολιτικής οργάνωσης ως επείγον πρόβλημα,  εργατοαγροτική   συμμαχία και εθελοντικός συνεταιρισμός των μικρών ανεξάρτητων παραγωγών , δημιουργική αναζήτηση λύσεων στο εθνικό ζήτημα ), 

–  αντίστροφα,  σε μια σειρά από σημαντικά θέματα , όπως α) η θεωρία της πολιτικής οργάνωσης  ή κόμματος και της κατακόρυφης /διακριτής  σχέσης της με τον λαό και τους εργαζόμενους β) η  αποδοχή ή η αμφισβήτηση του ιεραρχικού κοινωνικού καταμερισμού εργασίας και στην πολιτική αλλά και στο πεδίο  της παραγωγής- επιστήμης-τεχνολογίας (θεωρίας-πράξης κλπ)  ,καθώς και στην ίδια την λογική του οικονομικού  και παραγωγικού  γιγαντισμού ( παλιά συγκεντρωμένου  και  σήμερα  πιο  αποκεντρωμένου),που έχει αντικοινωνική και αντιπεριβαλλοντική  επίσης διάσταση  γ) η ίδια η λογική του  σοσιαλιστικού πλουραλισμού και της αμφισβήτησης του «ενός και μοναδικού  σοφού επαναστατικού κόμματος»  και συναφώς δ) η θεωρία μιας σοσιαλιστικής πολύμορφης δημοκρατίας και ενός σοσιαλιστικού κράτους δικαίου  και όχι ενός  διαρκούς «κράτους έκτακτης ανάγκης» με την μια ή την άλλη δικαιολογία ε) η προτεραιότητα της ταξικής πάλης πάνω στην ανάπτυξη  των παραγωγικών δυνάμεων,  ένα σύγχρονο κομμουνιστικό πρόγραμμα οφείλει να ξεπερνά το όριο του λενινισμού-μπολσεβικισμού  και  να αντιτίθεται σε αυτό το όριο.  

-κρατώντας ό,τι θετικό είχε αυτή η εμπειρία, και ταυτόχρονα επικρίνοντάς την, από μια  σοσιαλιστική-κομμουνιστική θέση και όχι από μια δεξιόστροφη σοσιαλδημοκρατική θέση, ένα σύγχρονο κομμουνιστικό πρόγραμμα είναι αναμφισβήτητα όχι μόνο μεταλενινιστικό και μεταμπολσεβίκικο αλλά, σε πολύ μεγάλο βαθμό, αντιλενινιστικό και αντιμπολσεβίκικο.  Εγκαταλείπει ένα σημαντικό πλέγμα ιδεών και αντιλήψεων του λενινισμού και του μπολσεβικισμού , που ήταν βλαπτικές για τον κομμουνιστικό  μετασχηματισμό ακόμη και στην εποχή τους, πόσο μάλλον σήμερα, που έχουν καταστεί βαρίδια στην σκέψη και στην πράξη μας. Το ότι αυτή η λογική θεωρείται «βλάσφημη» και «μη πολιτικά ορθή» από τις σύγχρονες κομμουνιστικές οργανώσεις, σταλινικές, τροτσκιστικές ή ό,τι άλλο,  με ή χωρίς εισαγωγικά, δεν μας λέει κάτι για τις σύγχρονες πολιτικές και θεωρητικές ανάγκες του κινήματος αλλά για την  μεγάλη πολιτική καθυστέρηση και ανεπάρκεια αυτών των οργανώσεων ή συστημάτων   σκέψης, που λειτουργούν πιο πολύ ως χώροι συμβολικής επιρροής και ως ομοιώματα του παρελθόντος, παρά ως πραγματικές κομμουνιστικές οργανώσεις με σύγχρονο  υλικό  αποτύπωμα. Και βέβαια , τον  διανοητικό συντηρητισμό τους, σε μια εποχή όπου η αντεπανάσταση ,παρά τα προβλήματα και αντιφάσεις της, κινείται με ταχείς ρυθμούς.         

Συμπληρωματικά, πρέπει να προστεθεί και η σκέψη ότι ακριβώς επειδή ζούμε σε ένα πολιτικό-πολιτιστικό περιβάλλον όπου τα ομοιώματα κυριαρχούν  πάνω στην πραγματικότητα και το συμβολικό  πάνω στο πραγματικό (με την έννοια της κυριαρχίας του συμβόλου/σημαίνοντος  πάνω στην υλική πραγματικότητα και όχι με την έννοια της συμβολικής ανταλλαγής, που είναι μια θετική  ανθρωπολογική έννοια, αφορά συμμετοχή σε συναισθήματα,  αμοιβαία αναγνώριση, κοινότητα κλπ)   , ποτέ ο  μαρξισμός ,ο λενινισμός αλλά και ο ίδιος ο σταλινισμός  δεν αντιμετωπίζονταν από τους αριστερούς και τους μαρξιστές τόσο άκριτα, τόσο τυφλά  και τόσο   θεολογικά όπως σήμερα (όσο μπορούμε να θυμηθούμε από την δεκαετία του 1970 ως και σήμερα). Σήμερα , φτάνει να πεις κάτι μετριοπαθώς αρνητικό για την σοβιετική εμπειρία (και όχι φυσικά όλα  όσα αναπτύσσουμε τεκμηριωμένα  παραπάνω)    για να χαρακτηριστείς «αντιμαρξιστής», «αντικομμουνιστής» , «φιλοκαπιταλιστής» και δεν συμμαζεύεται. Ο αντισταλινισμός που κάποτε αποτελούσε τίτλο τιμής  για μια πτέρυγα της μαρξιστικής Αριστεράς σήμερα δυσφημείται ως … «η ντροπαλή εκδοχή του αντικομμουνισμού».   Ιδίως η  πεπονόφλουδα του «αντικομμουνισμού» χρησιμοποιείται εκτενέστατα ως όπλο για την διανοητική νωθρότητα και την στασιμότητα «μπρεζνιεφικού τύπου» , και όχι αποκλειστικά από το ΚΚΕ και μόνο : συχνά μάλιστα ομάδες που έχουν φύγει από το ΚΚΕ , πιο πρόσφατα ή πιο παλιά, την χρησιμοποιούν ακόμη πιο υστερικά και αυτιστικά από ό,τι το κύριο παράδειγμα. Ακόμη και το ΚΚΕ το κατηγορούν ως «αντικομμουνιστικό» , «τροτσκιστικό» κλπ, πράγμα που μόνο γέλιο μπορεί να προκαλέσει.

Όλα αυτά , σε ένα σοβαρό επίπεδο,  σηματοδοτούν  την  εγκατάλειψη της χρήσης του μαρξισμού ως ενός κριτικού και δημιουργικού αναλυτικού εργαλείου κατανόησης και μετασχηματισμού της πραγματικότητας.  Και την μετατροπή του σε ένα είδος «ψαλμού» και «εικονοστασίου» που εμποδίζει την πορεία προς το μέλλον. Ή και που δέχεται την βαρβαρότητα του μέλλοντος.

[1] Ο ιστορικός και πολιτικός επιστήμονας R.Tucker  στον Α’ Τόμο της βιογραφίας του για τον Στάλιν  (“Stalin as a revolutionary- 1879-1929” Norton editions , 1974)  ισχυρίζεται πειστικά ότι ο Στάλιν συγκροτήθηκε ως προσωπικότητα , αντιγράφοντας όψεις του Λένιν ως «ιδεώδους πατέρα» ,όπως αυτός τον προσλάμβανε. Οι αποτυχίες του λογίζονταν και ως αποτυχίες ικανοποίησης των επιθυμιών του πατρικού προτύπου.

[2] Μεταξύ άλλων δικών μας κειμένων για τον Λένιν και τον μπολσεβικισμό, ξεχωρίζουμε τα ακόλουθα:

– «Μπολσεβίκοι εναντίον του Λένιν. Η περίπτωση των «Αριστερών Κομμουνιστών» το 1918 και ο εργατικός έλεγχος», λινκ σε   https://controversy.gr/%CE%BC%CF%80%CE%BF%CE%BB%CF%83%CE%B5%CE%B2%CE%AF%CE%BA%CE%BF%CE%B9-%CE%B5%CE%BD%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%AF%CE%BF%CE%BD-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%BB%CE%AD%CE%BD%CE%B9%CE%BD-%CE%B7-%CF%80%CE%B5%CF%81%CE%AF/.

-«Ο άνθρωπος είναι ένα φυγόπονο ζώο. Οι θέσεις του Τρότσκυ το 1919-1921 για την καταναγκαστική εργασία και τον ρόλο των συνδικάτων-παρουσίαση-κριτική» , λινκ σε   https://controversy.gr/%CE%BF-%CE%AC%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CF%82-%CE%B5%CE%AF%CE%BD%CE%B1%CE%B9-%CE%AD%CE%BD%CE%B1-%CF%86%CF%85%CE%B3%CF%8C%CF%80%CE%BF%CE%BD%CE%BF-%CE%B6%CF%8E%CE%BF/

-«Το επαναστατικό κόμμα στον Λένιν» , περιοδικό Τετράδια Πολιτικού Διαλόγου, Έρευνας και Κριτικής τ. 68-69/ 2017 , σελ. 101-118.

-Παρουσίασή από  μας  του κειμένου μαρξιστικής κριτικής στον Λένιν με τον τίτλο  «Κι εσύ Λένιν» του Άντε Σίλιγκα (Ante Ciliga)  στο controversy.gr.  Τμήμα του συνολικότερου  βιβλίου του “The Russian Enigma”, 1940.

«Το ίχνος του Οκτώβρη σήμερα- μεγαλείο και τραγωδία μιας μεγάλης επανάσταση» σε www.pandiera.gr, λινκ σε  https://pandiera.gr/%CF%84%CE%BF-%CE%AF%CF%87%CE%BD%CE%BF%CF%82-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%BF%CE%BA%CF%84%CF%8E%CE%B2%CF%81%CE%B7-%CF%83%CE%AE%CE%BC%CE%B5%CF%81%CE%B1-%CE%BC%CE%B5%CE%B3%CE%B1%CE%BB%CE%B5%CE%AF/

-Το   μυθοπλαστικό βιβλίο μας «Ο Στάλιν στην Κολιμά», που είναι μια λογοτεχνική φανταστική παραλλαγή του εδώ  πολιτικού σκεπτικού.

[3] Βλ. λχ την άποψη του Δρ Φιλοσοφίας Γιώργου Οικονόμου «Ο Μύθος της Οκτωβριανής Επανάστασης» σε Εφσυν της 01-06-2019, λινκ σε https://www.efsyn.gr/nisides/198042_o-mythos-tis-oktobrianis-epanastasis

[4] Ο 3ος και 4ος τόμος  (1930-1941) στα ελληνικά από τις εκδόσεις Κουκίδα, Αθήνα 2017.

[5] Και όχι τροτσκιστικό, όπως συχνά χαρακτηρίζεται.

[6] Ο Νιν δολοφονήθηκε μυστικά  τον Ιούνιο του 1937 από «σταλινικά»  όργανα της OGPU-NKVD και της Κομμουνιστικής Διεθνούς, αφού συκοφαντήθηκε ως πράκτορας του φρανκισμού και των ναζί .

[7] Γεγονός που αργότερα οδήγησε στην σύγκρουση μεταξύ «σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα» (Στάλιν-Μπουχάριν) και «Προτεραιότητας της Διεθνούς Επανάστασης» (Τρότσκυ).